Ναί, φτωχύναμε.
Χάσαμε τὸ δικαίωμα στὴν ἄνεσι καὶ στὴν αὐτοδιαχείρισι. Διότι ἁπλῶς φτωχύναμε.
Χάσαμε τὴν δυνατότητα νὰ μεγαλώσουμε τὰ παιδιά μας μὲ ἀσφάλεια, διότι φτωχύναμε!
Χάσαμε τὴν διασκέδασι, τὴν χαρά, τὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς ἔδιδε ἡ οἰκονομικὴ ἀνεξαρτησία. Φτωχύναμε.
Κι ἐὰν ἀκόμη δὲν πεινάσαμε, δὲν ἔγινε τίποτα. Πεινᾶ ὁ διπλανός μας. Ὁ φίλος, ὁ γείτονας, ὁ παιδικὸς συμμαθητής.
Οἱ ἄστεγοι κατέκλυσαν κάθε ἐλεύθερη γωνιὰ τῆς πόλεως καὶ διώκονται ὡς κάτι ἀπεχθές.
Οἱ ἄνεργοι πληθαίνουν καὶ πληθαίνουν καὶ πληθαίνουν… Μία πόλις μέσα στὴν ἀνεργία…
Φόβος… Τρόμος… Σκότος!
Τὴν περασμένη ἑβδομάδα ἔφθασε ὁ ἐξάδελφός μου ἀπὸ τὸ χωριὸ καὶ κατέβηκε
στὸ Σύνταγμα γιὰ νὰ ἐνώσῃ τὴν φωνή του μὲ τῶν ὑπολοίπων.
«Γιατί πῆγες στό Σύνταγμα» τὸν ἐρωτῶ.
«Μοῦ πετσόκοψαν τὴν σύνταξι στὰ 700 εὐρῶ. Θὰ τὴν κατεβάσουν στὰ 400. Πῶς θά ζήσω;» ἀπαντᾶ.
Κατάλαβα… Περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἢθελε νὰ πῇ….
Πρὸ μερικῶν ἐτῶν καὶ πρὸ μερικῶν μηνῶν καὶ πρὸ μερικῶν ἑβδομάδων ὁ
ἐξάδελφος ἦταν καλά. Ὅλα εἶχαν καλῶς στὴν ζωή του. Ὅταν κάποιες φορὲς
τὸν ἐρωτοῦσα γιὰ τὰ τῆς ἐπικαιρότητος, ἀπαντοῦσε πὼς δὲν τρέχει τίποτα.
Δὲν πειράζει. Πάντα ἔτσι ῆταν… Κι ἄλλα παρόμοια. Τώρα τί ἄλλαξε; Γιατί
ἔξαφνα τόν ἔπιασε πόνος; Πόνεσε;
Πρὸ χθὲς τὸ βράδυ ἢμουν μὲ φίλους καλούς, ποὺ εἶχα νὰ συναντήσω σχεδὸν
πέντε χρόνια. Ὧρες τὰ λέγαμε, σχεδὸν ξημερώσαμε. Ὁ καθεῖς τὰ δικά του.
Ἄλλος τὰ προσωπικά του, ἄλλος τὰ ἐπαγγελματικά του καὶ ὅλοι τὰ
οἰκονομικά τους. Ὄχι, οἱ φίλοι μου δὲν φτώχυναν. Πῶς θά μποροῦσαν νά
φτωχύνουν; Δουλεύουν ἀπὸ μικρὰ παιδιὰ καὶ ξέρουν ἀπὸ κόπο καὶ ἀπόδοσι.
Ἀλλὰ στέκονταν μουδιασμένοι ἐμπρὸς στὶς νέες ἐξελίξεις. Ἕνας φόβος τοὺς
τριγυρνᾶ ἐδῶ καὶ μῆνες… Τί θά γίνῃ ἐάν φτωχεύσουμε ὡς χώρα; Τί θά γίνουν
τά σπίτια τους; Τά μαγαζιά τους; Οἱ οἰκογένειες;
Θά πεινάσουμε; Μήπως πρέπει νά φύγῃ αὐτή ἡ κυβέρνησις; Μήπως πρέπει νά ψηφίσουν αὐτόν ἢ τόν ἄλλον;
Χαμογελοῦσα…. Πονοῦσαν… Πονοῦσαν πάρα πολύ!
Σήμερα τὸ πρωΐ πῆγα νὰ διευθετήσω κάποιες ὑποθέσεις μου. Σὲ κάθε σημεῖο
τῆς πόλεως ποὺ στεκόμουν, στὰ μαγαζιά, στὴν ἐφορία, στὸ ταχυδρομεῖο
ἄκουγα ἀνθρώπους νὰ διαμαρτύρονται γιὰ τὰ ὅλο καὶ πιὸ σκληρὰ κυβερνητικὰ
μέτρα ποὺ τοὺς ὁδηγοῦν στὴν ἀσφυξία. Στὴν ἀδυναμία νὰ ἐπιβιώσουν. Καὶ
ἔλεγαν, ἔλεγαν… Κάπου κάπου στεκόμουν κι ἔπιανα κουβέντα. Εἶχαν δίκαιον
ὅλοι… Ὅλοι… Φτωχύναμε… Κι αὐτὸ δὲν ἀλλάζει.
Ἀλλὰ κι αὐτοὶ ποὺ ἀκόμη δὲν φτώχυναν, κινδυνεύουν νὰ τὸ πάθουν.. Ἤδη ὁ φόβος κτυπᾶ τὶς πόρτες τους.
Οἱ συνταξιοῦχοι τὸ ζοῦν πιὸ ἔντονα.. Οἱ ἄστεγοι; Ἂς μὴν τὸ συζητᾶμε καλλίτερα…
Καὶ ἡ φτώχεια ἁπλώνει τὰ δίχτυα της παντοῦ. Μᾶς ἁρπάζει καὶ μᾶς σύρει σὲ
μονοπάτια ποὺ οὐδέποτε φανταζόμασταν. Ἀδυνατοῦμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν
φτώχεια καὶ πρέπει ἐπὶ τέλους νὰ ἀντιδράσουμε μὲ κάθε δυνατὸν τρόπο καὶ
μέσον.
Ὄχι! Δὲν τὴν θέλουμε! Δὲν τὴν ἀντέχουμε! Δὲν τὴν ἀξίζουμε! Δὲν εἴμαστε
τεμπέληδες, δὲν εἴμαστε ἄχρηστοι, δὲν κλέψαμε… Ἄλλοι τὰ ἔκαναν ὅλα.
Γιατί νά πληρώσουμε ἐμεῖς; Ἄλλοι πῆραν τὰ δωράκια, ἔκτισαν τὶς βίλες
τους, ἄδειασαν τὰ ταμεῖα… Γιατί νά πληρώσουμε καί νά ξαναπληρώσουμε τά
πληρωμένα; Νά πληρώσουν αὐτοὶ ποὺ τὰ πῆραν. Νὰ ἐπιστρέψουν πίσω τὰ
κλοπιμαῖα. Νὰ πᾶνε φυλακή. Εἶναι ἄδικο νὰ εἴμαστε καὶ κλαμένοι καὶ
δαρμένοι ἐμεῖς καὶ οἱ ἀλῆτες-ῥουφιᾶνοι πολιτικοὶ νὰ κυκλοφοροῦν ἀσύδοτα
ἐλεύθεροι.
Σωστά;
Φτωχύναμε! Αὐτό δέν εἶναι τό πρόβλημα;
Τί κι ἐάν ξέραμε ἐδῶ καί δεκαετίες πώς ὅλοι τά ἁρπάζουν μέ κάθε δυνατόν τρόπο;
Τί κι ἐάν κάποιες φορές, κάποιοι ἀπό ἐμᾶς, κάναμε τά στραβά μάτια; Ἢ ἀκόμη καί συναινέσαμε;
Τί κι ἐάν, ἀκόμη χειρότερα, φτύσαμε πρό πολλῶν ἐτῶν τό ἄθλιον
κατεστημένον, ἀγνοῶντας τήν βρωμιά του καί ὑποκρινόμενοι πώς ζοῦμε σέ
ἄλλον πλανήτη;
Τί κι ἐάν ἀκόμη ἀδιαφορήσαμε γιά τήν μπόχα;
Μήπως ἔπαψαν νά εἶναι ὅλα ἐκεῖ; Μήπως ἔπαψαν τά λαμόγια νά εἶναι λαμόγια καί νά ἐναλλάσσονται μεταξύ τους;
Φτωχύναμε φίλοι μου! Φτωχύναμε καὶ μόλις πρὸ ὁλίγου ἀρχίσαμε νὰ τὸ ἀντιλαμβανόμαστε!!!
Ὀ φίλος μου ὁ Θοδωρῆς, ὅταν πρὸ τριῶν ἐτῶν συζητούσαμε τὰ διάφορα ποὺ
μᾶς ἔχουν ἑτοιμάσει, γελοῦσε. Μὲ ἐχαρακτήριζε τρελλή! Ὀνειροπαρμένη.
Σήμερα εἶναι ἀπὸ τοὺς πρώτους ποὺ διαμαρτύρονται! Πρῶτος στὶς πλατεῖες
καὶ στὶς διαμαρτυρίες. Πρῶτος πρῶτος!!! Παντοῦ! Κι ὅταν τὸν συναντῶ σὲ
διάφορα μέρη καὶ συζητᾶμε, μόνον γιὰ τὰ οἰκονομικά, γιὰ τοὺς κλέφτες,
γιὰ τοὺς δοσιλόγους ποὺ μᾶς ξεπούλησαν ἔχει νὰ πῇ.
Ἔκανα ἕνα πείραμα ἐδῶ καὶ μερικὲς ἡμέρες, μὲ ἀφορμὴ κάποιες σκέψεις
φίλων. Βγῆκα στὸν δρόμο καὶ σταματοῦσα ὁπουδήποτε. Συζητοῦσα μὲ ὅλους.
Τὸ ἔκανα πρὸ κειμένου νὰ συλλέξω στοιχεῖα γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον
ἀντιμετωπίζεται ἡ κατάστασίς μας ἀπὸ τοὺς συμπολῖτες μας. Καὶ φυσικὰ
πικρὰ χαμογέλασα… Φτωχύναμε… Φτωχύναμε τόσο πολὺ ποὺ πλέον ἔχει
καταντήσει μονόδρομος ἡ ἀντίδρασις.
Συνταξιοῦχοι στὰ καφενεῖα φώναζαν ἐξοργισμένοι γιὰ τὶς τελευταῖες καταγγελίες.
Ἔμαθαν καὶ γιὰ τὸν ἐθνικό μας πλοῦτο. Ἐκεῖ νὰ δεῖτε… Ἔως καὶ παιδιὰ
δημοτικοῦ ξέρουν πλέον γιὰ τὴν πτώχευσι. Οἱ δάσκαλοι μᾶλλον πρέπει νὰ
ἀναλώνουν ἀρκετὸν χρόνο σὲ μαθήματα ἀρνήσεως πτωχεύσεως!
Οἱ τηλεοράσεις, ποὺ ἀκόμη παίζουν, διαρκῶς παρουσιάζουν τὰ νέα μέτρα ποὺ
θὰ προστεθοῦν στὰ παλαιότερα. Οἱ συνθῆκες καταντοῦν ἀσφυκτικές! Κι
ἐμεῖς φτωχαίνουμε…
Φτωχαίνουμε σὲ συνείδησι! Σὲ ἀντίληψι! Σὲ ἐπίγνωσι! Ὅσο περισσότερο φτωχαίνουμε στὴν τσέπη, τόσο περισσότερο τὸ μυαλό μας κολλᾶ!
Ναί, εἶναι ἄδικο αὐτὸ ποὺ μᾶς συμβαίνει. Εἶναι ἄδικο νὰ μᾶς ἔχουν
ἁρπάξει τὸ δικαίωμα στὴν ἀξιοπρεπῆ διαβίωσιν. Εἶναι ἄδικο νὰ μᾶς ἔχουν
καταστρέψει τὸ μέλλον καὶ τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν μας. Εἶναι ἄδικο νὰ
γεννιοῦνται παιδιὰ καταδικασμένα στὴν φτώχεια.
Ἀλλά μόνον αὐτό μᾶς ἐνοχλεῖ;
Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ πού ἐδῶ καί τόσους αἰῶνες μᾶς ἔχουν κάνει Παπούα καί δέν μποροῦμε νά ἀντιληφθοῦμε τήν ἀληθινή μας σκλαβιᾶ;
Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ πού ἐδῶ καί μερικές δεκαετίες μᾶς ἔχουν πιπιλήσει τήν σκέψι μέ καταστροφικά πρότυπα;
Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ πού τό Αἰγαῖον ἔχει παραδοθεῖ στούς Τούρκους, στούς
Ἑβραίους, στούς Ἀμερικανούς; Μᾶς ἐνοχλεῖ μόνον τό πορτοφόλι πού
ἀδειάζει;
Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ πού ἡ Θράκη ἔγινε ἐπαρχία τοῦ βεζύρου; Μᾶς ἐνοχλεῖ πού θά μᾶς πάρουν μόνον τό σπίτι;
Ναί, νὰ μὴν μᾶς πάρουν τὸ σπίτι. Εἶναι δικό μας, κόπος μας, ἱδρώτας μας.
Δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ μᾶς πάρουν τὸ σπίτι. Δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα νὰ
μᾶς πάρουν τίποτα. Ἀλλά ἔχουν δικαίωμα νά μᾶς πάρουν τήν Πατρίδα μας;
Νά ἁρπάζουν τήν Θράκη; Τό Αἰγαῖο; Τήν Ἤπειρο; Τήν Μακεδονία; Τήν Κύπρο;
Τό Καστελλόριζον;
Γιατί σέ κανέναν σύνθημα δέν ἀκούω τήν ἐπιθυμία κάποιων νά προστατεύσουν
τήν Μακεδονία μας; Τήν ἔχουν γιά χαμένη; Τό Καστελλόριζον δέν εἶναι
ἰδιοκτησία ὅλων τῶν Ἑλλήνων; Γιατί μόνον κάτι γραφικοί κόπτονται γιά τό
Καστελλόριζον;
Ἡ Κύπρος; Ἀκόμη μακρᾶν κεῖται; Ἡ Ἤπειρος;
Μᾶς πόνεσαν καὶ μᾶς ἔτσουξαν τὰ χαμένα βιβλία ποὺ ἐξαφάνισε ἡ χἌννα.
Γιατί δέν μᾶς ἔτσουξε πού ἡ κάθε χἌννα λαμβάνει στά χέρια της παιδιά καί
παραδίδει στήν κοινωνία ὑπηκόους; Ἔως ἐκεῖ φθάνει ἡ ἀντίληψις καί ὁ
πόνος μας;
Ξέρω πὼς δὲν εἶναι ὅλοι ἐκεῖ ἔξω ἔτσι. Ξέρω πὼς εἶναι πάρα πολλοὶ ποὺ
βλέπουν πίσω ἀπὸ τὶς ἐπιφάνειες. Ξέρω πώς ἀντιλαμβάνονται κι ἄλλα, πολὺ
περισσότερα ἀπὸ ὅσα ὁμολογοῦν. Ἀλλά οἱ περισσότεροι πῶς εἶναι; Μήπως
ἀκριβῶς ἔτσι; Πόνεσαν καί ἀγανάκτησαν; Ἔτσουξε ὁ φόβος κι ἐπανεστάτησαν;
Εἶδαν τήν ζωή τους νά γκρεμίζεται καί πασχίζουν κάτι νά διασώσουν;
Μά εἶναι ζωή αὐτή; Εἶναι λογική; Εἶναι τρόπος νά γίνουμε αὐτό πού κάποτε ἤμασταν;
Φτωχύναμε Ἕλληνες. Εἶναι κακό. Ἄσχημο. Μᾶς ξεβολεύει.
Οἰ περισσότεροι ἔχουν ἀποφασίσει νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν φτώχεια τῆς τσέπης μας κι ὄχι τὴν φτώχεια τῆς ζωῆς μας.
Βέβαια, θέλουμε δὲν θέλουμε, ἐκ τῶν πραγμάτων, αὐτὴ ἡ ἐπανάστασις θὰ ὁδηγήσῃ στὴν ἀπόλυτο ἀπελευθέρωσι τοῦ Ἕλληνος.
Θὰ ξανακάνῃ τὸν Ἕλληνα Φωτοδότη. Μπροστάρη. Δημιουργό.
Ἁπλῶς, ὅσοι παραμένουν στὰ τῆς τσέπης τους θὰ πληρωθοῦν ἀπὸ τὴν ἱστορία μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Μόνον μὲ ἕνα νόμισμα.
Φιλονόη.
Υ.Γ. Τὸ παραπάνω κείμενον, καθῶς καὶ πάρα πολλὰ ἄλλα ποὺ ἔχω κατὰ
καιροὺς γράψει, ἀναφέρονται σὲ Ἕλληνες. Ὄχι σὲ ὑπηκόους. Οἱ Ἕλληνες θὰ
ἀλλάξουν τὰ πάντα. Οἱ ὑπήκοοι ἢ θὰ ἀκολυθήσουν τὸν δρόμο ποὺ χαράσσουν
οἱ Ἕλληνες ἢ θὰ χαθοῦν μέσα στὴν δίνη τῆς ἱστορίας. Μόνον ὅσοι γίνουν
μέρος τοῦ Ὅλου θὰ καταφέρουν νὰ περάσουν ἀπὸ τὶς Συμπληγᾶδες ποὺ ἔχουμε
ἐμπρός μας. Καὶ μόνον αὐτοὶ θὰ ζήσουν ἐλεύθεροι! Ὅσοι…..